Σωστή η απόφαση του Μητροπολίτη να μην διαβαστεί η 17χρονη που αυτοκτόνησε στην Κρήτη



Η απόφαση του Μητροπολίτη Πέτρας και Χερρονήσου έχει προκαλέσει κοινωνική κατακραυγή όπως μεταδίδουν τα τοπικά σάιτ και ύβρις προς το πρόσωπο του να μην διαβαστεί η 17χρόνη που αυτοκτόνησε. Ο Μητροπολίτης έπραξε ότι προβλεπουν οι ιερεί κανόνες της εκκλησίας.

Η χριστιανική διδασκαλία θεωρεί την αυτοκτονία ως ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα, η δε Ορθόδοξη Εκκλησία στηριζόμενη στην 'Αγια Γραφή και στην Ιερά Παράδοση θεωρεί την αυτοκτονία ως έγκλημα εναντίον της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής και ως κλονισμό και απώλεια της πίστεως και της ελπίδας του αυτόχειρα προς τον Θεό. Κατά την Καινή Διαθήκη ο άνθρωπος τη ζωή δεν την έχει από τον εαυτό του, αλλά την έλαβε ως δώρο από τον Θεό και ως δώρο του Θεού οφείλει να την εκτιμά και ανάλογα με τον σκοπό της πρέπει να την μεταχειρίζεται. «Οὐδείς γάρ ἡμῶν ἑαντῷ ζῇ καί οὐδείς ἑαυτῷ ἀποθνήσκει. Ἐάν τε γάρ ζῶμεν, τῷ Κυρίω ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τῶ Κνρίω ἀποθνήσκωμεν. Ἐάν τε ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν » ( Ρωμ. ιδ', 7 - 8).

Δηλαδή «κανείς από μας δεν ζει για τον εαυτό του και κανείς δεν πεθαίνει για τον εαυτό τον, διότι, εάν ζούμε, ζούμε για τον Κύριο, και εάν πεθαίνομε, πεθαίνομε για τον Κύριο. Είτε λοιπόν ζούμε είτε πεθαίνουμε ανήκουμε στον Κύριο, στον όποιο ανήκει η ζωή μας» και μόνος Εκείνος έχει απόλυτη κυριότητα επάνω σε αυτή, αφού Αυτός μας εξαγόρασε εκ της κατάρας του Νόμου και μάλιστα με το μεγάλο τίμημα της ίδιας της ζωής Του: «οὐκ ἐστέ ἑαυτῶν, ἠγοράσθητε γάρ τιμῆς » (Α' Κορινθ. στ', 19). Κάθε ένας δε, ο οποίος οικειοθελώς καταστρέφει την ζωή του γιατί ακρίτως κρίνει ότι τη βρίσκει αφόρητη, οικειοποιείται δικαιώματα του Θεού και τα παραβιάζει μάλιστα κατάφορα, και ασεβεί προς τον Θεό, γι' αυτό και θεωρείται ασυγχώρητος.

Η ζωή, ως δώρο του Θεού, έχει συγκεκριμένο και υψηλό μάλιστα σκοπό, αφού ο Θεός τίποτε δεν έκαμε και δεν κάνει χωρίς σκοπό. Και είναι ο σκοπός της ζωής του ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου, σύμφωνα προς τη χριστιανική διδασκαλία, η πνευματική τελείωση του ανθρώπου, δηλαδή, η αγιότητα, η όποια θα έχει ως τελική επιβράβευση τη Βασιλεία των Ουρανών. Η ορθή πίστη, η συνειδητή συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας και η τήρηση των εντολών του Θεού οδηγούν τον άνθρωπο στην απαλλαγή από τα πάθη και εν συνεχεία στην ένωση με τον Θεό, στην κατά χάρη δηλαδή, θέωσή του, δια της μετοχής στις άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Και αυτόν τον σκοπό ο άνθρωπος, ως παιδί του Θεού και « υἱός τῆς Βασιλείας Αὐτοῦ » ( Ματθ. η', 12), οφείλει να υπηρετεί « περιπατῶν ἀξίως τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθη» ( Έφεσ. δ', 1) πάντοτε ( Γαλάτ. δ', 19), σκοπό, τον οποίο παραβι «ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστός ἐν αὐτῷ» άζει κατάφορα και ματαιώνει η πρόωρη και με βίαιο τρόπο έξοδος από αυτή τη ζωή, δηλαδή η αυτοκτονία η αυτοχειρία.

Ο όλος άνθρωπος, ο όποιος αποτελείται από σώμα και ψυχή, έχει για τον Θεό μεγάλη αξία, διότι είναι ναός του ίδιου του Θεού «ὑμεῖς γάρ ναός Θεοῦ ἐστε ζῶντος» (Β' Κορινθ. στ', 16) και εφ ' όσον είμαστε ναός του Θεού, είμαστε και κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος «ὅτι ναός Θεοῦ ἐστε καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν » (Α' Κορινθ. γ', 17). Γι' αυτό και από αυτή τη σκοπιά της χριστιανικής πίστεως και διδασκαλίας η Εκκλησία καταδικάζει διπλά την αυτοκτονία, από τη μια μεριά ως ασέβεια και επανάσταση κατά του Θεού , και από την άλλη ως φθορά και καταστροφή του ναού του Θεού, και την χαρακτηρίζει και την κολάζει ως θανάσιμο αμάρτημα, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Απόστολος Παύλος: « εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τούτον ὁ Θεός- ὁ γάρ ναός τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς » (Α' Κορινθ. γ', 17).

 

5. Αυστηρές πνευματικές ποινές - επιτίμια

Η συνείδηση της Εκκλησίας κατέταξε την αυτοκτονία στα θανάσιμα και φοβερά πνευματικά παραπτώματα και γι' αυτό καθιέρωσε και αυστηρές πνευματικές ποινές - επιτίμια για τους αυτοκτονούντας, για να τονίσει έτσι την ανάγκη σεβασμού της ιερότητας και της αξίας της ανθρώπινης ζωής. Επομένως, ο χριστιανός άνθρωπος και ιδιαίτερα ο Ορθόδοξος, δεν μπορεί να διαθέτει κατ' αρεσκείαν το σώμα του. Γνωρίζοντας μάλιστα τον αληθινό σκοπό της ζωής του, όπως σημειώθηκε παραπάνω είναι η κατά χάρη θέωσή του, κανένα πάθημα ή πλημμέλημα δεν μπορεί να τον οδηγήσει στην απόγνωση και την απελπισία. Ο χριστιανός άνθρωπος γνωρίζει και πιστεύει ότι οφείλει να υπομείνει αγόγγυστα τις δυσκολίες και τις πικρές καταστάσεις αυτής της ζωής, ως επιτρεπόμενες από τον Θεό, για το πνευματικό μας συμφέρον. Και ακόμη, ο χριστιανός άνθρωπος γνωρίζει πως κανένα αμάρτημα δεν είναι τέτοιο και τόσο βαρύ (πλην της αυτοκτονίας, η οποία γίνεται εν συνειδήσει και εν επιγνώσει ), το όποιο να μη συγχωρεί ο Θεός (π.χ. το παράδειγμα του προδότη Ιούδα).

Η Εκκλησία απορρίπτει την άνευ θελήσεως του Θεού διακοπή της ζωής γι' αυτό και απαγορεύει οποιαδήποτε εκκλησιαστική Ακολουθία και Τελετή (Κηδεία, Ταφή σε Κοιμητήριο πιστών, Μνημόσυνο, Τρισάγιο, Θεία Λειτουργία) για αυτούς που αυτοκτονούν, γιατί με την πράξη τους αυτή, σύμφωνα με τα όσα αναφέραμε πιο πάνω, πρόσβαλαν τη θεία δωρεά της ζωής και αποκόπηκαν από το σώμα της Εκκλησίας. Αιτία δηλαδή της απαγορεύσεως της εκκλησιαστικής κηδεύσεως είναι το μέγεθος του αμαρτήματος, το όποιο διαπράττεται από τον αυτόχειρα που αποστερεί έτσι τον εαυτό του από τη ζωή, το θείο αυτό δώρο, και καταδικάζει τον εαυτό του στον δι ' αυτοχειρίας θάνατο, πράξη την οποία ούτε οργή, ούτε φτώχεια, ούτε θλίψη, ούτε διάψευση ελπίδων, ούτε δειλία, ούτε οποιαδήποτε άλλη αποκαρτέρηση μπορεί να δικαιολογήσει. «Οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλονσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι.. τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ; θλίψις ἡ στενοχώρια ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα.. ἀλλ ' ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς - πέπεισμαι γάρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωή οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῷ ἡμῶν » ( Ρώμ ­. η', 18 - 39). Μόνο όσοι δεν πιστεύουν στον Θεό μπορεί να επιδοκι­μάζουν την αυτοκτονία ως ηρωική πράξη και πιθανόν να επαινούν τη βίαιη έξοδο από αυτή τη ζωή, όταν κρίνουν πως κανένα καλό δεν τους δίνει η ζωή τους. Όμως, οι Χριστιανοί πιστεύοντες στο Θεό και στην αθανασία της ψυχής σε καμμιά τραγική περίπτωση οικονομική, κοινωνική, ηθική κ.λπ. και σέ καμμία αδυσώπητη κατάσταση δεν θα οπλίσουν το χέρι τους για να θέσουν βίαιο τέλος στη ζωή τους για δήθεν απελευθέρωση, γιατί αυτό είναι δειλία. Στην πραγματικότητα, η αυτοκτονία είναι η έσχατη έκφραση άκρατου εγωισμού και αμετανοησίας. Ο πιστός χριστιανός δεν απελπίζεται, δεν χάνει την πίστη του στο έλεος και τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Θεού. Γνωρίζει να υπομένει. Η αυστηρότητα αυτή της Εκκλησίας, η οποία επιθυμεί την πρόληψη των αυτοκτονιών, δεν είναι άσχετη και προς τον σκοπό της διδασκαλίας των επιζώντων (συγγενών, φίλων, γνωστών κ.λπ. του αυτόχειρα) για την ιερότητα του θείου αγαθού της ζωής, αλλά και τη βαρύτητα του αμαρτήματος της αυτοκτονίας, γι' αυτό και τονίζει ότι οι Κανονικές κυρώσεις - επιτίμια που επιβάλλει στους αυτόχειρες προϋποθέτουν ότι αυτός όταν έλαβε την απόφαση να αυτοκτονήσει είχε σώες τις φρένες και η πράξη αυτή έγινε με ελεύθερη βούληση του. Με άλλα λόγια, ο αυτόχειρας « είχεν εαυτόν » και δεν βρισκόταν σε κατάσταση ψυχοπάθειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου