Το εγκαταλελειμμένο χωριό Χαϊχούτες (Κως) όπου ο Άγιος Δημήτριος του δίνει ξανά ζωή

Ο Άγιος Δημήτριος στο χωριό Χαϊχούτες (Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη)

Γιορτάζει  ο Στρατηλάτης και Μυροβλύτης Άγιος Δημήτριος. Γιορτάζει η φύση και οι Εκκλησιές και τας Εξωκλήσια που είναι σκόρπια παντού από την Θεσσαλονίκη, ως το πιο μικρό χωριό.

Είναι κάποια μέρη που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας, ιδίως όταν χαράχτηκαν βαθιά στις παιδικές μας ανυμνήσεις. Οι Σχολικές εκδρομές, οι τακτικοί Εκκλησιασμοί και η βόλτα για να βρούμε ελιές χαμάδες, από τους αμέτρητους ελαιώνες ή για να μαζέψουμε αγριόχορτα, σαλιγκάρια και άγριες, αγκαθωτές αγκινάρες.

Το ορεινό ερειπωμένο χωριό Χαιχούτες, κρυμμένο μέσα σε μια μικρή κοιλάδα, σκεπασμένο από δεκάδες, αειθαλή ελαιόδενδρα, μουριές, συκιές, πεύκα και κυπαρίσσια, βρίσκεται στην ποδιά του βουνού Δίκαιος.

Το γιορτινό πρωινό ξεχώριζε, με μια ηλιόλουστη μέρα και η μελωδική καμπάνα από το ψηλό καμπαναριό του Αη Δημήτρη, καλούσε τους πιστούς, για την Θεία Λειτουργία στη χάρη του.

Ανηφορίζουμε μέχρι το σιωπηλό χωριό και περνάμε μέσα από τα μισογκρεμισμένα σπίτια ακολουθώντας το στενό χωμάτινο δρομάκι, για να φθάσουμε ως την Εκκλησία του ιστορικού χωριού, στον Άγιο Δημήτριο.

Οι ψαλμωδίες των ιεροψαλτών, αντηχούν στους γύρω λόφους μας θύμισαν, πως είχε ήδη ξεκινήσει η Θεία Λειτουργία, με τους ιερείς και τον Μητροπολίτη κ. κ. Ναθαναήλ, να προεξάρχει στον ιστορικό και παμπάλαιο Ιερό Ναό του Αη Δημήτρη.


Όπως όλοι γνωρίζουμε, το χωριό Χαϊχούτες, το ερήμωσε η μεταπολεμική λαίλαπα της μετανάστευσης την δεκαετία του 1960 και 1970. Πριν το κατοικούσαν δεκάδες οικογένειες, κυρίως αγροτών και κτηνοτρόφων, ενώ λειτουργούσε δίπλα στην Εκκλησία και το δικό του Δημοτικό Σχολείο ευγενική δωρεά της οικογένειας Αντωνίου Κιοσόγλου. Φιλόξενο το χωριό και πολύ ασφαλές, όπως το θυμούνται οι παλαιοί, ιδίως κατά τα δύσκολα χρόνια της Γερμανικής κατοχής και του τελευταίου πολέμου, αφού εκεί κατέφευγαν, όσοι ήθελαν να σωθούν από το άγριο κυνήγι των Γερμανικών βομβαρδισμών και να επιζήσουν από την κατοχική πείνα, που επέβαλε η σκληρή Ναζιστική Γερμανική κυριαρχία.

Εκεί είχε στήσει και το πρώτο του κρυφό, αλλά τόσο πολύτιμο ιατρείο, ο Καλύμνιος γιατρός, φαινόμενο, ο αείμνηστος Θεόφιλος Πέρος, γιατρεύοντας δεκάδες πληγωμένους και ασθενείς. Μαζί με την πρώτη Καλύμνια νοσοκόμα, την αξέχαστη Γιαννούλα Διακαναστάση, πριν οργανώσει την φημισμένη του κλινική, ανακούφιζαν στα δύσκολα κατοχικά χρόνια τους εξαθλιωμένους κατοίκους του νησιού. Όσους έτρεχαν πανικόβλητοι, για να σωθούν στις βαθιές λόχμες και στα απόκρημνα βράχια, από τους ανελέητους εχθρικούς βομβαρδισμούς. Αργότερα η ίδια έγινε νεοκόρισσα υπηρετώντας με ζήλο τον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής. Στην Εκκλησία του Αη Δημήτρη, βρισκόταν ανυψωμένη και η πρώτη Σημαία της απελευθέρωσης, μετά από την νίκη ενάντια στον φασιστικό Ιταλό-Γερμανικό άξονα. Η Εκκλησία αυτή, αν και πέρασε μεγάλους σεισμούς άντεξε και είναι κτισμένη το 1840 πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής Βασιλικής. Αργότερα έγινε το καμπαναριό, που αγναντεύει όλη την μπλε ομορφιά του Αιγαίου. Αν και η Εκκλησία είναι παλαιό κτίσμα, διατηρείται καλά, με τις Αγιογραφίες να σου προκαλούν δέος, καθώς τις ευωδιάζει το θυμίαμα του ιερέα και τις φωτίζει το ταπεινό φως των καντηλιών και των κεριών. Εκεί όπου με περισσή ευλάβεια τα ανάβουν οι πιστοί, προσφέροντας την πίστη και την αφοσίωσή τους, στον Μεγαλομάρτυρα και Μυροβλύτη, Άγιο Δημήτριο

Πολλοί ιερείς λειτούργησαν στο παρελθόν και προσευχήθηκαν με τους πιστούς, εμπρός στο μοναδικής τέχνης παμπάλαιο ξυλόγλυπτο Ιερό Τέμπλο, ως εφημέριοι στον Άγιο Δημήτριο.


Τακτικός επισκέπτης ήταν και ο μακαριστός Μητροπολίτης Ναθαναήλ Α’. Όλοι θυμούνται τον παπά Μιχάλη, τον παπά Γιάννη, τον παπά Σταμάτη, τον παπά Γιώργη, τον παπά Νικόλα, τον παπά Κώστα και τον παπά Δημήτρη, που λειτουργούσε περιστασιακά, αν και ήταν εφημέριος στον Ιερό Ναό των Ασωμάτων Ασφενδιού. Ούσα μαθήτρια, αξέχαστος μου έμεινε ο κατανυκτικός Εσπερινός στη χάρη του Αη Δημήτρη, με τον μακαριστό αείμνηστο Μητροπολίτη Ναθαναήλ Α’ Δίκαιο και τον τότε Αρχιμανδρίτη Αμβρόσιο. Ένα ολόκληρο ποτάμι από πιστούς είχαν κατακλύσει τα πέτρινα δρομάκια, για να φτάσουν στην ιστορική Εκκλησία. Οι περισσότεροι έμειναν και για την βραδινή ολονύκτια Αγρυπνία, ακλουθώντας μια ιερή συνήθεια, μέχρι την επομένη κυριώνυμον ημέρα, όπου ακλούθησε η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.


Στο πανηγύρι που γίνονταν κάθε χρόνο στη γιορτή του Αϊ Δημήτρη, οι λεσπέρηδες του Ασφενδιού, γεωργοί και κτηνοτρόφοι, δώριζαν πολλά αμνοερίφια, και κηπευτικά για την τράπεζα. Παράλληλα οι γυναίκες, ενορίτισσες βοηθούσαν στην προετοιμασία της μεγάλης γιορτινής ημέρας.

Οι ιερείς, μαζί με τους ακούραστους δασκάλους, του παλιού Σχολείου, όπως τους αείμνηστους, Μικέ Μουζουράκη και Μιχάλη Ζαίρη, κατάφεραν να κρατήσουν ζωντανό ένα χωριό, έστω απομονωμένο και χωμένο μέσα στο πυκνόφυλλο δάσος. Είναι σημαντικό ότι υπήρχε και νυχτερινό Σχολείο, για τους αναλφάβητους ενήλικες. Όσο για την αμοιβή των ιερέων και των δασκάλων, αυτή την εξασφάλιζαν τότε, οι κάτοικοι του χωριού, με δική τους συνεισφορά από το υστέρημά ή τα αγροτικά προϊόντα τους.

Στον πρόναο, υπάρχουν οι σχετικές ξεθωριασμένες φωτογραφίες, που μας αφηγούνται, πως ήταν τότε το Σχολείο και η Εκκλησία του Αϊ Δημήτρη.

Κατηφορίζοντας, με το ευλογημένο Αντίδωρο, βλέπω με βαριά καρδιά τα ερειπωμένα σπίτια, στο σιωπηλό χωριό. Ξεχωρίζω τον παλιό καφενέ, έναν από τα τέσσερα ανδρικά καφενεία, κτισμένο από το 1920, να στέκεται εκεί και να αγναντεύει σιωπηλά, τον απέναντι Αιγαιοπελαγίτικο ορίζοντα.


Πόσες ποικίλες ιστορίες να κρύβονται εκεί, πόσες λύπες και χαρές, να κλείνουν εκείνοι οι μισογκρεμισμένοι τοίχοι; Σήμερα τα κλωνάρια από την κάπαρη και την λυγαριά, ξεπροβάλουν μέσα από τα ερείπια.

Έτοιμα να διηγηθούν, χίλιες δυο παράξενες οικογενειακές ιστορίες. Ξεχωριστές ιστορίες ανθρώπων, που δεν υπάρχουν πια, είτε γιατί ξενιτεύτηκαν και έφυγαν από το χωριό τους, κυνηγημένοι από την ανέχεια, είτε γιατί έφυγαν για πάντα από τη ζωή. Πολλοί από τους ξενιτεμένους μας δεν επέστρεψαν ποτέ, άλλοι επέστρεψαν για να Εκκλησιαστούν, στην ιστορική Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.

Λες και ένα άκαρδο χέρι, αυτό της σκληρής ξενιτιάς, μεταπολεμικά άρπαξε όλους τους περίπου οκτακόσιους και πλέον, μόνιμους κατοίκους του χωριού και τους έστειλε πολύ μακριά από τον τόπο τους, για να ζουν με τον καημό και την νοσταλγία του. Υπάρχει μια δοξασία, ότι άγνωστη, μολυσματική και μεταδοτική ασθένεια στον πολεμώ, έκανε όλους τους κατοίκους να αδειάσουν το χωριό. Που κρύβεται η αλήθεια, κανείς δεν ξέρει.

Το δροσερό νεράκι από την παρακείμενη φυσική πηγή, σταμάτησε να τρέχει, ην στιγμή του τελευταίου μεγάλου και φοβερού σεισμού του 2017.

Ωστόσο με αποζημίωσε η ατέλειωτη συναρπαστική θέα του νησιού μας, που απλώνονταν προκλητικά απέναντι μου.

Όσοι προλάβανε να ζήσουν έστω και για λίγο, στο υπέροχο ορεινό χωριό Ασφενδιού, θα θυμούνται και τις Χαϊχούτες, γεμάτες ζωντάνια, με τα φιλόξενα σπίτια πάντα ανοιχτά και τις ανθισμένες μικρές αυλές, γεμάτες από τις παιδικές φωνές. Δυστυχώς εδώ και πολλά χρόνια το χωριό ερήμωσε, ενώ όλα σχεδόν τα σπίτια από την έλλειψη συντήρησης και την κλεισούρα κατέρρευσαν.

Παρόλα αυτά η πρωτοβουλία της Ιεράς Μητροπόλεως, να ανακαινίσει πλήρως το παλιό πρεσβυτέριο, που είναι δίπλα στις αίθουσες του παλιού Σχολείου, αναζωπυρώνει τις ελπίδες για το ξαναζωντάνεμα του έρημου χωριού. Επίσης το παραδοσιακό καφενεδάκι, μαζί με τον Μουσειακό χώρο, της οικογένειας Ηλία Καματερού, δίνουν ξεχωριστή πινελιά ζωντάνιας, στο ρημαγμένο χωριό. Για αυτό σε πείσμα όλων, οι ατέλειωτες συκιές, θα προσφέρουν ολόγλυκα σύκα και οι ασημόχρωμες ελιές, θα είναι πάντα φορτωμένες με πλούσιο ελαιόκαρπο.


Κάποτε οι μισογκρεμισμένοι φούρνοι ίσως να ανάψουν ξανά, για να ψήσουν ζεστό σπιτικό ψωμί, για να μαγειρέψουν νόστιμα, γεμιστά ντολμαδάκια από τα αμπελόφυλλα της κληματαριάς ή ψητό κατσικάκι, στην πήλινη γάστρα και να χορτάσουν όσους νοσταλγούν την ανέμελη και αθώα ζωή, του εγκαταλειμμένου τόπου Χαιχούτες, στο ορεινό χωριό του Ασφενδιού. Ίσως να κερνούν με φιλόξενη διάθεση γλυκιά μαγειριά, ή παραδοσιακό Κώτικο γλυκό κουταλιού ντοματάκι, με το ρουμπινί σιρόπι του εγκλωβισμένο στο γυάλινο βάζο.

Κάποτε και πάλι οι παρατημένοι ελαιώνες ίσως να πλημμυρίσουν με εργάτες και εργατίνες, για να μαζέψουν τις ελιές, για το λιοτρίβι ή τις ελιές χαμάδες και τις πράσινες τσακιστές, για τη σαλάτα.

Μπορεί να μας θυμίσουν τον παλιό καλό καιρό, τότε που οι Χαϊχούτες, αποτελούσαν την πέμπτη και πιο πυκνοκατοικημένη ενορία του ορεινού χωριού Ασφενδιού. Ενός χωριού που πριν την μεταπολεμική μετανάστευση, κατέγραφε αρκετές εκατοντάδες μόνιμους κατοίκους και είχε πέντε ενοριακές Εκκλησιές. Ωστόσο η γιορτή του Αγίου Δημητρίου, στο εγκαταλειμμένο χωριό Χαιχούτες, δεν θα σταματήσει να συγκεντρώνει ευλαβείς προσκυνητές, από όλα τα σημεία του νησιού μας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου