ΔΙΗΓΗΣΗ (Λουκ. κδ´ 36-46 καί ᾿Ιωάν. κ´ 22-29)
Εἶχαν περάσει ὀκτώ ἡμέρες ἀπό τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Οἱ ἕνδεκα Μαθητές Του βρίσκονταν συγκεντρωμένοι καί πάλι στό γνωστό «ὑπερῶον». ῏Ηταν χαρούμενοι αὐτή τή φορά. ᾿Εκτός ἀπό ἕναν. Τό Θωμᾶ. ῎Αχ! ὁ Θωμᾶς, μέ τήν τόση ἀγάπη καί ἀφοσίωση στόν Κύριο, ἔλειπε ἀπό κοντά τους τό εὐλογημένο ἐκεῖνο βράδυ τῆς «Λαμπροφόρου ῾Ημέρας». Ποιός ξέρει ποῦ εἶχε ἀπομονωθεῖ, μέ τόν πόνο τῆς καρδιᾶς του γιά τόν Διδάσκαλό του, ὁ μελαγχολικός καί εὐαίσθητος ἐκεῖνος Μαθητής! Καί τί ἔχασε! ᾿Ακριβῶς ἐκεῖνο πού ζητοῦσε! Οἱ ἄλλοι Μαθητές τοῦ ἐξηγοῦν. Τόν διαβεβαιώνουν:
—«῾Εωράκαμεν τόν Κύριον»! Ναί, Τόν εἴδαμε! ᾿Εμφανίσθηκε μπροστά μας, χωρίς ν᾿ ἀνοίξει πόρτα. Ξαφνικά! «Εἰρήνη ὑμῖν»! μᾶς εἶπε. ᾿Εμεῖς τρομάξαμε. Σαστίσαμε. Τόν νομίσαμε φάντασμα! Δέν τό πιστεύαμε ὅτι εἶναι ὁ Κύριος ᾿Αναστημένος! Τό κατάλαβε. Γιατί εἶστε ταραγμένοι; Γιατί δυσπιστεῖτε;... Κοιτάξτε τά χέρια μου καί τά πόδια μου! Ψηλαφῆστε με!... ᾿Εμεῖς ὅμως, μπρός στήν ἀνέλπιστη χαρά, τό πρωτοφανές θαῦμα, συνεχίζαμε νά μήν πιστεύουμε. Νομίζαμε ὅτι βλέπουμε φάντασμα· ὄνειρο... Γιά νά μᾶς βεβαιώσει ὅτι ᾿Εκεῖνος εἶναι πραγματικά καί ὅτι μέ τό σῶμα Του ἀναστήθηκε, μᾶς ζήτησε κάτι νά φάει... Καί ἄρχισε νά μᾶς ἐξηγεῖ τίς προφητεῖες. ῞Οτι ὅλα ὅσα ἔγραψαν ἔπρεπε νά ἐκπληρωθοῦν στόν Χριστό... Καί τότε, ὤ τότε! Μᾶς ἄνοιξε τό νοῦ καί τήν καρδιά νά θυμηθοῦμε καί νά καταλάβουμε πώς, ὕστερα ἀπ᾿ τό Πάθος Του, τήν τρίτη μέρα, θ᾿ ἀκολουθοῦσε ἡ ᾿Ανάστασή Του! Πέσαμε μπροστά Του! Τόν προσκυνήσαμε μέ δάκρυα χαρᾶς!...
῾Ο Θωμᾶς ὅμως δέν πίστευε. Κάτι τέτοιο ἦταν ἀδιανόητο στή σκέψη του. ῾Ο ἀγαπημένος του Διδάσκαλος πέθανε πάνω στό Σταυρό. Θάφτηκε νεκρός. Τί τοῦ λένε τώρα; Παρηγοριές!... ῾Η ἀγωνία τόν ἔπνιγε! Μά νά πιστέψει δέν μποροῦσε!
—῎Αχ, Θωμᾶ, νιῶσε τή χαρά μας! «᾿Ανέστη ὁ Κύριος»! Τόν εἶδαν καί οἱ Μυροφόρες Μαθήτριες. Τόν εἶδαν καί στούς ᾿Εμμαούς ἄλλοι Μαθητές... Μά ὁ Θωμᾶς τίποτα! Δέν πίστευε! ᾿Οκτώ ἡμέρες τοῦ τά ἐπανελάμβαναν, χωρίς ἀποτέλεσμα! ῎Ηθελε νά στηριχθεῖ στή δική του ἀντίληψη. Στίς δικές του αἰσθήσεις.
—«᾿Εάν μή ἴδω... οὐ μή πιστεύσω»! ᾿Εάν δέ δῶ στά χέρια Του τά σημάδια τῶν καρφιῶν καί δέ βάλω τό δάχτυλό μου στήν πλευρά Του, δέ θά πιστέψω!...
Μάταια προσπαθοῦσαν νά τόν πείσουν. ῞Ωσπου μετά ὀκτώ ἡμέρες ἀκριβῶς, πού ἦσαν πάλι συγκεντρωμένοι, μαζί καί ὁ Θωμᾶς, καί πάλι «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων», «ἔστη εἰς τό μέσον» ὁ Διδάσκαλος!...
—«Εἰρήνη ὑμῖν»! τούς ξαναλέει.
Οἱ Μαθητές δέ φοβοῦνται τώρα, ὅπως τήν πρώτη φορά! Εἶναι γεμᾶτοι οὐράνια χαρά καί εἰρήνη! Μόνο ὁ Θωμᾶς ἀναταράζεται!
῾Ο Κύριος, γεμᾶτος συγκατάβαση, στρέφεται πρός αὐτόν.
—῎Ελα, Θωμᾶ· φέρε τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί κοίταξε τά χέρια μου! Καί «βάλε τήν χεῖρα σου εἰς τήν πλευράν μου, καί μή γίνου ἄπιστος, ἀλλά πιστός»! ᾿Αμετακίνητος καί ἄσειστος στήν πίστη! Σάν βράχος!...
῾Ο Θωμᾶς συγκλονίζεται. Δέ χωρεῖ πιά καμμιά ἀμφιβολία. Μπροστά του βρίσκεται ᾿Αναστημένος ὁ Κύριος! ῾Ο Παντογνώστης καί Καρδιογνώστης Διδάσκαλός του! Πέφτει στά πόδια Του μέ δάκρυα ἀνέκφραστης χαρᾶς καί μεταμέλειας...
—«῾Ο Κύριός μου καί ὁ Θεός μου»! ὁμολογεῖ μέ ὅλη τή φλόγα καί τή δύναμη καί τήν ἀγάπη τῆς καρδιᾶς του!
᾿Εδῶ ὅμως ὁ Κύριος προσθέτει κάποιους λόγους πολύ σημαντικούς γιά ὅλες τίς γενεές τῶν ἀνθρώπων:
—Ναί, Θωμᾶ. Πίστεψες στήν ᾿Ανάστασή μου καί μέ ὁμολόγησες Κύριο καί Θεό σου, γιατί μέ εἶδες ᾿Αναστημένο. Δέχομαι τήν ὁμολογία σου. ᾿Αλλά μακάριοι, εὐτυχισμένοι καί εὐλογημένοι ἀπό τόν Θεό, θά εἶναι ἐκεῖνοι πού θά μέ πιστέψουν χωρίς νά μέ δοῦν μέ τά ἀνθρώπινα μάτια τους!
῎Ας σταματήσουμε ὅμως ἐδῶ τήν ἀφήγηση τοῦ Εὐαγγελιστῆ ᾿Ιωάννη, γιά νά δοῦμε στή συνέχεια ποιά σημασία ἔχουν τά μοναδικά αὐτά γεγονότα γιά τή δική μας ζωή.
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ-ΕΦΑΡΜΟΓΗ
1. Ποιά ἀδυναμία ἔδειξαν, παιδιά, οἱ Μαθητές μπροστά στόν ᾿Αναστάντα Κύριο καί ἰδιαίτερα ὁ Θωμᾶς; (...)
—Δυσπιστία. ῾Ο Θωμᾶς μάλιστα σέ ἀπόλυτο βαθμό! Τί ἤθελε;
—Νά τόν βεβαιώσουν οἱ αἰσθήσεις του. «᾿Εάν μή ἴδω... οὐ μή πιστεύσω»!... ῏Ηταν δικαιολογημένη ἡ δυσπιστία αὐτή;
—Γιά κάποιον πού δέν εἶχε ἀκολουθήσει τόν Κύριο ἐπί τρία ὁλόκληρα χρόνια, ἀλλά μόνο τόν εἶδε στό φριχτό του μαρτύριο, νά πεθαίνει πάνω στό σταυρό, νά θάβεται νεκρός σ᾿ ἕνα τάφο... ἴσως κάποια δικαιολογία νά βρίσκαμε! Γιά τούς Μαθητές ὅμως, πού εἶχαν ζήσει τόσο κοντά Του, ποιά δικαιολογία ὑπῆρχε; Μήπως δέν εἶχαν δοκιμάσει τή θεϊκή δύναμή Του στά θαύματα (καί μάλιστα ἀναστάσεως νεκρῶν), στό θεῖο Του λόγο; Δέν τόν εἶχαν τόσες φορές ὁμολογήσει «Υἱό τοῦ Θεοῦ»! Πῶς τώρα ξέχασαν τίς προφητεῖες καί τά ὅσα ὁ ῎Ιδιος τούς εἶχε πεῖ γιά τό φριχτό θάνατο καί τήν ᾿Ανάστασή Του;!...
2. Πῶς ἀντιμετωπίζει ὁ Κύριος αὐτή τήν ἀδυναμία τους; (...)
—Μέ συγκατάβαση (ἐπιείκεια)! Μέ ταπείνωση, κι ἄς ἦταν ὁ Θριαμβευτής καί Νικητής τοῦ θανάτου! Μέ ὑπομονή, ὡς ὁ Τέλειος Διδάσκαλος, τούς βοηθεῖ νά βγοῦν ἀπό τό σκοτάδι τῆς ἀμφιβολίας καί τοῦ φόβου στό φῶς τῆς πίστεως καί τή χαρά τῆς ἀναγνωρίσεώς Του. Τούς ὁδηγεῖ τή σκέψη στό σωστό δρόμο, ἀλλά καί τούς ἐλέγχει. Τί τούς εἶπε μέ πολλή ἀγάπη;
—Γιατί εἶσθε ταραγμένοι, τώρα πού ἔπρεπε νά ἔχετε χαρά; ῞Ολ᾿ αὐτά δέν ἦταν γραμμένα ἀπ᾿ τούς προφῆτες ὅτι θά τά πάθαινε ὁ Χριστός;... Κοιτάξτε τά σημάδια τῶν πληγῶν μου!... Καί στό Θωμᾶ: ῎Ελα, φέρε τό δάχτυλό σου! Βάλε τό χέρι σου!... Καί τοῦ προσθέτει σάν σημαντική σύσταση, ἀλλά συγχρόνως καί κάποιο παράπονο· «...καί μή γίνου ἄπιστος ἀλλά πιστός»! Καί μετά τήν τόσο συγκλονιστική ὁμολογία τοῦ Θωμᾶ· «῾Ο Κύριός μου καί ὁ Θεός μου», προσθέτει πάλι: Ναί, ἀλλά ἐπειδή μέ εἶδες πίστεψες...
3. ῞Ομως, παιδιά, καί ἀπό αὐτή τή δυσπιστία τῶν Μαθητῶν βγῆκε κάποιο σπουδαῖο καλό! Ποιό; (...) Νά τούς δοθοῦν ἀδιάψευστες ἀποδείξεις ὅτι «ἀνέστη ὁ Κύριος ὄντως»! Νά στερεωθεῖ ἔτσι ἀπόλυτα καί ἀδιάσειστα ἡ πίστη Τους στόν ᾿Αναστάντα Λυτρωτή! Κι ὅταν θά ἔφερναν τό Εὐαγγέλιο τῆς ᾿Αναστάσεως σ᾿ ὅλον τόν κόσμο, θά εἶχαν νά ποῦν· Τόν εἴδαμε! Τόν ἀκούσαμε! Τόν ψηλαφήσαμε! Μᾶς εἶπε...!
- Καί τί λέτε; Τυχαῖα οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές νά μᾶς διέσωσαν τούς ὑπέροχους αὐτούς διαλόγους τοῦ ᾿Αναστημένου Κυρίου μας μέ τούς δύσπιστους Μαθητές; (...)
—῎Οχι. ῾Οδηγημένοι ἀπό τό ῞Αγιο Πνεῦμα τούς ἔγραψαν. Γιατί;
—Βασικά, γιά νά βεβαιωθοῦν ὅλες οἱ γενεές τῶν ἀνθρώπων, χωρίς νά χωροῦν πλέον ἀμφισβητήσεις καί δυσπιστίες, ὅτι πραγματικά ὁ Κύριός μας, πού «ἐσταυρώθη δι᾿ ἡμᾶς», ἀναστήθηκε τήν τρίτη ἡμέρα! Εἶναι «Θεός ζῶν»! Καί ἔτσι νά ὁμολογοῦμε ὅλοι μέ ἀσάλευτη πεποίθηση στό «Σύμβολο τῆς πίστεώς» μας:
«Καί ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατά τάς Γραφάς»!
Πόσοι ἄνθρωποι καί σήμερα βρίσκονται μέ ταραγμένη τήν ψυχή τους. Χωρίς γαλήνη, εἰρήνη, χαρά... Γεμᾶτοι ἀνησυχίες, ἀπελπιστία καί φόβο... Πόσοι τρέμουν μπροστά στό θάνατο! Πόσοι εἶναι ἀπαρηγόρητοι γιά κάποιους δικούς τους, πού πῆρε ὁ οὐρανός! Μελαγχολοῦν σάν τόν Θωμᾶ. Χάνουν τό θάρρος καί τήν αἰσιοδοξία τους γιά τή ζωή!... Κι ὅλα αὐτά γιατί;
—Γιατί δέ γνωρίζουν τόν ᾿Αναστάντα Κύριό μας ἤ ἔχουν ἀδύνατη καί κλονισμένη πίστη. Προσέξατε κάποιο σημεῖο τῆς διηγήσεως; Πότε ἄνοιξε ὁ νοῦς τους καί ἀναγνώρισαν τόν Κύριο; Καί στερεώθηκε ἡ πίστη τους στήν ᾿Ανάστασή Του; ῞Οταν τούς ξαναθύμισε τούς λόγους τῶν ῾Αγίων Γραφῶν γιά τά Πάθη καί τήν ᾿Ανάστασή Του! ᾿Απαραίτητη ἡ γνώση τῆς ῾Αγίας Γραφῆς γιά τήν πίστη μας!...Μέ τήν προσεκτική μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς θά γνωρίσουμε τίς προφητεῖες καί τίς ἄλλες μαρτυρίες γιά τόν Σωτήρα Χριστό μας. «᾿Εκεῖναί εἰσιν αἱ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ», μᾶς εἶπε ὁ ῎Ιδιος. Καί μᾶς συνέστησε· «᾿Ερευνᾶτε τάς γραφάς» (᾿Ιω. ε´ 39).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
—«῾Ο Κύριός μου καί ὁ Θεός μου»! ῎Οχι μόνο «῾Ο Κύριος καί Θεός», γενικά. Ἀλλά ὁ δικός μου Κύριος καί δικός μου Θεός!
Μεγάλη σημασία ἔχει, παιδιά, αὐτό τό «μου»!Ἔτσι δέν διακηρύττει ἁπλῶς τήν ἀκλόνητη καί ἀπόλυτη πίστη στόν ᾿Αναστάντα Χριστό. Δέν τόν ὁμολογεῖ μόνο Κύριο καί Θεό Παντοδύναμο, νικητή τοῦ Διαβόλου καί τοῦ θανάτου, χορηγό μιᾶς καινούργιας ζωῆς μέσα στή Βασιλεία τῆς ᾿Αναστάσεώς Του. Τόν ὁμολογεῖ «Κύριο» (Κυρίαρχο), Θεό, Σωτήρα καί Λυτρωτή μυριαγάπητο καί τῆς δικῆς μας καρδιᾶς. Μέ ἄλλα λόγια, ἔχει ὁ καθένας μας θρονιάσει ᾿Αναστημένο τόν Χριστό στήν καρδιά του! Τοῦ τήν ἔχει χαρίσει! ῞Ετοιμος νά ζήσει μαζί Του τή νέα («καινή») ζωή· τήν ᾿Αναστάσιμη! Χωρίς τίς προηγούμενες ἀδυναμίες καί λάθη του! ῞Ετοιμος νά ριχτεῖ καί νά διακηρύξει στόν κόσμον ὅλο τό Εὐαγγέλιο τῆς ᾿Αναστάσεώς Του καί τῆς Βασιλείας Του! «Χριστός ᾿Ανέστη»! νά διαλαλήσει!...
ΣΥΝΘΗΜΑ: «῾Ο Κύριός μου καί ὁ Θεός μου» ἀνέστη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου